Ένα περβόλι παραμύθια ! / A garden of fairytales !

Τετάρτη 8 Ιουλίου 2015

Το πλοίο των ηλιθίων













Μια φορά και έναν καιρό, ο καπετάνιος και οι αξιωματικοί ενός πλοίου έγιναν τόσο ματαιόδοξοι από την ικανότητά τους στην ναυτική τέχνη, τόσο ανόητα ασεβείς και τόσο εντυπωσιασμένοι με τους εαυτούς τους που οδηγήθηκαν στην τρέλα. Έστρεψαν το πλοίο βόρεια και προχώρησαν μέχρι που συνάντησαν παγόβουνα και επικίνδυνους ογκόπαγους. Συνέχισαν να πηγαίνουν βόρεια σε όλο και περισσότερο επικίνδυνα νερά με μόνο σκοπό να δώσουν στους εαυτούς τους ευκαιρίες να πραγματοποιήσουν ακόμα περισσότερα λαμπρά κατορθώματα στην ναυσιπλοΐα. Καθώς το πλοίο έφτανε σε όλο και υψηλότερα γεωγραφικά πλάτη, οι επιβάτες και το πλήρωμα γίνονταν όλο και περισσότερο δυσαρεστημένοι. Άρχισαν καυγάδες μεταξύ τους και παράπονα για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ζούσαν. «Τρέμω από το κρύο», είπε ένας ρωμαλέος ναυτικός. «Αυτό είναι το χειρότερο ταξίδι που έχω βρεθεί. Το κατάστρωμα είναι γλιστερό από τον πάγο. Όταν είμαι στο παρατηρητήριο ο αέρας περνά το πανωφόρι μου σαν μαχαίρι. Κάθε φορά που δένω το πανί της πλώρης τα δάχτυλά μου πάνε να παγώσουν. Και γι’ όλα αυτά παίρνω μόνο πέντε πενιχρά σελίνια το μήνα». «Νομίζεις ότι εσύ μόνον την έχεις άσχημα;», είπε μια γυναίκα επιβάτης. «Εγώ δεν μπορώ να κοιμηθώ το βράδυ από το κρύο. Οι κυρίες σε αυτό το πλοίο δεν παίρνουν όσες κουβέρτες παίρνουν οι άντρες. Αυτό δεν είναι δίκαιο». Ένας Μεξικανός ναύτης παρεμβαίνει στην συζήτηση. «Εγώ παίρνω μόνο τον μισό μισθό από ότι παίρνουν οι Άγγλοι ναύτες. Χρειαζόμαστε αρκετή ποσότητα φαγητού για να είμαστε ζεστοί σε αυτό το κλίμα και δεν παίρνω το μερίδιό μου. Οι Άγγλοι παίρνουν περισσότερο. Και το χειρότερο από όλα είναι ότι οι αξιωματικοί μου δίνουν διαταγές στα αγγλικά αντί στα ισπανικά». «Εγώ έχω περισσότερους λόγους να διαμαρτύρομαι από οποιονδήποτε άλλο», είπε ένας Ινδιάνος ναύτης. «Αν τα χλωμά πρόσωπα δεν μου είχαν κλέψει την προγονική μου γη, δε θα ήμουν καν σε αυτό το πλοίο μέσα στα παγόβουνα και τους αρκτικούς ανέμους. Θα ήμουν σε ένα κανό και θα κωπηλατούσα σε μια ωραία γαλήνια λίμνη. Μου αξίζει αποζημίωση. Τουλάχιστον ο καπετάνιος πρέπει να με αφήσει να παίζω ζάρια για να βγάζω μερικά λεφτά». 
«Δεν είναι μόνο οι άνθρωποι που έχουν κακή μεταχείριση σ’ αυτό το πλοίο…», παρενέβη μια φιλόζωη από τους επιβάτες, με φωνή τρεμάμενη από αγανάκτηση, «…γιατί την τελευταία εβδομάδα είδα τον δεύτερο αξιωματικό να κλοτσά τον σκύλο του πλοίου δύο φορές». Ένας από τους επιβάτες ήταν καθηγητής κολεγίου. Σηκώνει τα χέρια και κραυγάζει: «Ρατσισμός, σεξισμός, ειδισμός, και εκμετάλλευση της εργατικής τάξης! Είναι διακρίσεις! Πρέπει να έχουμε κοινωνική δικαιοσύνη: ίσους μισθούς για τους Μεξικανούς ναύτες, υψηλότερους μισθούς για όλους τους ναύτες, αποζημίωση για τον Ινδιάνο, ίσο αριθμό κουβερτών για τις κυρίες, και όχι άλλες κλωτσιές στον σκύλο». «ΝΑΙ-ΝΑΙ», φωνάζουν οι επιβάτες. «ΝΑΙ-ΝΑΙ», φωνάζει και το πλήρωμα. «Είναι διακρίσεις πρέπει να απαιτήσουμε τα δικαιώματά μας». 
 Ο μικρός καμαρότος καθάρισε το λαιμό του : «Χμ. Χμ. Όλοι έχετε καλούς λόγους για να παραπονιέστε. Αλλά εμένα μου φαίνεται ότι αυτό που πρέπει πραγματικά να κάνουμε είναι να γυρίσουμε αυτό το πλοίο προς τα πίσω και να πάμε νότια. Γιατί αν συνεχίσουμε να πηγαίνουμε βόρεια σίγουρα θα ναυαγήσουμε αργά ή γρήγορα και τότε οι μισθοί σας και οι κουβέρτες σας δε θα προσφέρουν τίποτα γιατί θα έχουμε πνιγεί όλοι». Αλλά κανείς δεν του έδωσε σημασία γιατί ήταν ένας μικρός καμαρότος. Ο καπετάνιος και οι αξιωματικοί από την βάση τους στο πρυμναίο κατάστρωμα, έβλεπαν και άκουγαν. Τώρα αυτοί χαμογελούν και κλείνουν το μάτι ο ένας στον άλλο. 

Με ένα νεύμα του καπετάνιου ο τρίτος αξιωματικός κατέβηκε από το πρυμναίο κατάστρωμα, σουλατσάρισε μέχρι εκεί που είχαν συγκεντρωθεί οι επιβάτες και το πλήρωμα και σπρώχνοντας με τον ώμο του μπήκε ανάμεσά τους. Πήρε μια πολύ σοβαρή έκφραση στο πρόσωπό του και μίλησε έτσι: «Εμείς οι αξιωματικοί πρέπει να παραδεχτούμε ότι κάποια πραγματικά ασυγχώρητα πράγματα συμβαίνουν σε αυτό το πλοίο. Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει πόσο άσχημα ήταν τα πράγματα μέχρι που ακούσαμε τα παράπονά σας. Εμείς είμαστε άντρες με καλή θέληση και θέλουμε να είμαστε σωστοί μαζί σας. Αλλά όμως ο καπετάνιος είναι σχετικά συντηρητικός και επιβάλει τους δικές του θέσεις, Μάλλον χρειάζεται ένα μικρό σκούντημα πριν κάνει οποιαδήποτε απτή αλλαγή. Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι αν διαμαρτύρεστε έντονα – αλλά πάντα ειρηνικά και χωρίς να παραβιάζετε τους κανόνες του πλοίου – θα ταρακουνήσετε τον καπετάνιο που αδρανεί και θα τον αναγκάσετε να καταπιαστεί με τα προβλήματα για τα οποία τόσο δίκαια διαμαρτύρεστε». 
Αφού είπε αυτά ο τρίτος αξιωματικός γύρισε πίσω στο πρυμναίο κατάστρωμα. Καθώς πήγαινε, το πλήρωμα και οι επιβάτες του φώναζαν: «Μετριοπαθή! Ρεφορμιστή! Ψευτοπροοδευτικέ! Τσιράκι του καπετάνιου!» Όμως, παρ’ όλα αυτά, έκαναν όπως αυτός τους είπε. Μαζεύτηκαν μπροστά από το πρυμναίο κατάστρωμα φωνάζοντας βρισιές προς τους αξιωματικούς και ζητώντας τα δικαιώματά τους. «Θέλω υψηλότερο μισθό και καλύτερες συνθήκες εργασίας», φώναξε ο ρωμαλέος θαλασσοπόρος. «Ίσες κουβέρτες για τις γυναίκες», φώναξε η γυναίκα επιβάτης. «Θέλω να λαμβάνω τις διαταγές μου στα Ισπανικά», κραύγασε ο Μεξικάνος ναύτης. «Θέλω το δικαίωμα να παίζω ζάρια», φώναξε ο Ινδιάνος ναύτης.  «Όχι άλλες κλοτσιές στον σκύλο», φώναξε η φιλόζωη. «Επανάσταση τώρα», φώναξε ο καθηγητής. 
 Ο καπετάνιος και οι αξιωματικοί μαζεύονται και συσκέπτονται για μερικά λεπτά, κλείνοντας το μάτι ο ένας στον άλλο, γνέφοντας καταφατικά και γελώντας. Τότε ο καπετάνιος στάθηκε μπροστά στο πρυμναίο κατάστρωμα και με μια σπουδαία προσποίηση καλοσύνης, ανακοίνωσε ότι: – Ο μισθός του ρωμαλέου ναυτικού θα ανέβει στα έξι σελίνια το μήνα. – Ο μισθός του Μεξικανού ναυτικού θα ανέλθει στα δύο τρίτα του μισθού των Άγγλων. – Η διαταγή για δέσιμο του πανιού της πλώρης θα δίνεται στα Ισπανικά. – Οι γυναίκες επιβάτες θα πάρουν άλλη μια κουβέρτα. – Ο ινδιάνος ναύτης θα έχει το δικαίωμα να στήνει ένα παιχνίδι ζάρια τα Σαββατόβραδα. –  Και το σκυλί δεν θα τρώει κλωτσιές εκτός αν κάνει κάποια αταξία, όπως το να κλέψει φαγητό από το μαγειρείο. Οι επιβάτες και το πλήρωμα γιόρτασαν αυτές τις παραχωρήσεις σαν μεγάλη νίκη, αλλά το επόμενο πρωί αισθάνονταν πάλι δυσαρεστημένοι. «Έξι σελίνια το μήνα είναι πενταροδεκάρες και ακόμα παγώνουν τα δάκτυλά μου όταν δένω το πανί της πλώρης», γκρίνιαξε ο ρωμαλέος ναυτικός. «Ακόμα δεν παίρνω τον ίδιο μισθό με τους Άγγλους ή αρκετά τρόφιμα γι’ αυτό το κλίμα», είπε ο Μεξικανός ναύτης. «Εμείς οι γυναίκες δεν έχουμε ακόμα αρκετές κουβέρτες, που να μας κρατάν ζεστές», είπε η γυναίκα επιβάτης. Οι υπόλοιποι εξέφρασαν παρόμοια παράπονα και ο καθηγητής τους παρότρυνε. Όταν τελείωσαν, ο μικρός καμαρότος μίλησε αυτή τη φορά αρκετά δυνατά ώστε οι υπόλοιποι να μην μπορούν εύκολα να τον αγνοήσουν: «Είναι πραγματικά τρομερό που το σκυλί τρώει κλωτσιές επειδή κλέβει ένα κομμάτι ψωμί από το μαγειρείο, και ότι η γυναίκες δεν έχουν ίσο αριθμό κουβερτών και ότι παγώνουν τα δάχτυλα του ναύτη.  Αλλά κοιτάτε πόσο χοντρά έχουν γίνει τα παγόβουνα και πόσο ο άνεμος φυσάει όλο και πιο άγρια. Πρέπει να γυρίσουμε το πλοίο προς τον νότο γιατί αν συνεχίσουμε να πηγαίνουμε βόρεια θα ναυαγήσουμε και θα πνιγούμε». 
«Το να πλέουμε βόρεια είναι τρομερό», είπε η γυναίκα επιβάτης. «Αλλά δεν βλέπεις; Γι’ αυτό ακριβώς οι γυναίκες χρειάζονται περισσότερες κουβέρτες για να μένουν ζεστές. Απαιτώ ίσες κουβέρτες για τις γυναίκες τώρα». «Είναι αλήθεια», είπε ο καθηγητής, «ότι το να πλέουμε προς τα βόρεια επιφέρει μεγάλες κακουχίες σε όλους μας. Αλλά το να αλλάξουμε πορεία προς το νότο είναι ουτοπικό. Δεν μπορείς να γυρίσεις πίσω το ρολόι. Πρέπει να βρούμε έναν ώριμο τρόπο για να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση». «Κοιτάτε» είπε ο μικρός καμαρότος. «Αν αφήσουμε αυτούς τους τρεις παράφρονες στο κατάστρωμα την πρύμνης να έχουν τη δική τους πορεία θα πνιγούμε όλοι. Αν καταφέρουμε κάποια στιγμή να απομακρύνουμε το πλοίο από τον κίνδυνο, τότε μπορούμε να ανησυχούμε για τις εργατικές συνθήκες, για το αν ο σκύλος τρώει κλωτσιές και για τις κουβέρτες για τις γυναίκες Αλλά πρώτα πρέπει να στρίψουμε προς τα πίσω το σκάφος. Αν κάποιοι από εμάς μαζευτούν, φτιάξουν ένα σχέδιο και δείξουν λίγο θάρρος, μπορούμε να σώσουμε τους εαυτούς μας. 

Δεν χρειάζονται πολλοί από εμάς, έξι με οχτώ φτάνουν. Μπορούμε να καταλάβουμε την πρύμνη, να πετάξουμε αυτούς τους τρελούς έξω από το πλοίο, και να πάμε προς το νότο». Ο καθηγητής σήκωσε τη μύτη του και είπε αυστηρά: «Δεν πιστεύω στην βία. Είναι ανήθικο». «Είναι αήθης η χρήση βίας πάντα», είπε ο λοστρόμος. «Με τρομάζει η βία», είπε η γυναίκα επιβάτης. Ο καπετάνιος και οι αξιωματικοί έβλεπαν και άκουγαν όλη αυτή την ώρα. Με ένα σήμα από τον καπετάνιο ο τρίτος αξιωματικός κατέβηκε κάτω στο κυρίως κατάστρωμα. Μπήκε ανάμεσα στους επιβάτες και στο πλήρωμα, λέγοντάς τους ότι ακόμα υπάρχουν πολλά προβλήματα στο πλοίο. «Έχουμε κάνει μεγάλη πρόοδο», είπε. «Αλλά, απομένουν ακόμα πολλά για να γίνουν. Οι συνθήκες εργασίας για τον ναύτη είναι ακόμα σκληρές, ο Μεξικάνος δεν παίρνει ακόμα τα ίδια λεφτά με τον Άγγλο, οι γυναίκες δεν έχουν ακόμα τις ίδιες κουβέρτες με τους άντρες, το παιχνίδι με ζάρια του Ινδιάνου τα Σαββατόβραδα είναι πενιχρή αποζημίωση για την χαμένη γη του, και ο σκύλος ακόμα να τρώει κλωτσιές πότε -πότε. Νομίζω ότι ο καπετάνιος χρειάζεται ακόμα ένα σκούντημα. Θα βοηθούσε αν όλοι εσείς πραγματοποιούσατε ακόμα μια διαμαρτυρία εφ’ όσον αυτή παραμένει μη βίαιη». Καθώς ο τρίτος αξιωματικός πήγαινε πίσω στην πρύμνη, οι επιβάτες και το πλήρωμα του πλοίου τον έβριζαν αλλά μολαταύτα έκαναν αυτό που τους είπε και μαζεύτηκαν μπροστά στο πρυμναίο κατάστρωμα για ακόμα μια διαμαρτυρία. Φώναζαν με στόμφο και ενθουσιασμό κραδαίνοντας τη γροθιά τους και ακόμα πέταξαν ένα κλούβιο αυγό στον καπετάνιο (ο οποίος το απέφυγε με έναν επιδέξιο ελιγμό). Αφού άκουσαν τα παράπονά τους, ο καπετάνιος και οι αξιωματικοί, μαζεύτηκαν για μια κουβέντα κατά την οποία έκλειναν το μάτι ο ένας στον άλλο και γελούσαν πονηρά. Μετά ο καπετάνιος στάθηκε μπροστά στο πρυμναίο κατάστρωμα και ανακοίνωσε ότι: – Ο ρωμαλέος ναύτης θα πάρει γάντια για να κρατά τα δάκτυλά του ζεστά. – Ο Μεξικανός ναύτης θα παίρνει μισθό ίσο με τα τρία τέταρτα του Άγγλου ναυτικού. – Οι γυναίκες θα πάρουν μια ακόμα κουβέρτα. – Ο Ινδιάνος ναύτης θα μπορεί να στήνει το παιχνίδι του και το Σάββατο και την Κυριακή το βράδυ. – Και κανείς δε θα κλωτσά τον σκύλο χωρίς ειδική εντολή από τον καπετάνιο. Οι επιβάτες και το πλήρωμα έμειναν εκστασιασμένοι από αυτή τη μεγάλη επαναστατική νίκη, αλλά το επόμενο πρωί πάλι αισθάνονταν δυσαρεστημένοι και άρχισαν να γκρινιάζουν για τις ίδιες παλιές κακουχίες. 

Ο μικρός καμαρότος αυτή τη φορά άρχισε να οργίζεται: «Βρε ηλίθιοι», φώναξε, «δεν βλέπετε τι κάνουν ο καπετάνιος και οι αξιωματικοί; Σας κρατούν απασχολημένους με τα ασήμαντα παράπονά σας για κουβέρτες, μισθούς, και κλωτσιές στο σκύλο ώστε να μη σκέφτεστε τι πραγματικά πάει στραβά σε αυτό το πλοίο, το ότι δηλαδή πάει όλο και περισσότερο προς τα βόρεια και όλοι θα πνιγούμε. Αν κάποιοι από εσάς έρθετε στα συγκαλά σας, μαζευτούμε και καταλάβουμε το πρυμναίο κατάστρωμα, θα μπορούσαμε να στρέψουμε αυτό το πλοίο και να σώσουμε τις ζωές μας. Αλλά το μόνο που κάνετε είναι να κλαψουρίζετε για τόσο μικρά θέματα όπως οι συνθήκες εργασίας, παιχνίδια με ζάρια και κλωτσιές στον σκύλο». 

Οι επιβάτες και το πλήρωμα εξαγριώθηκαν. «Μικρό!!» φώναξε ο Μεξικανός. «Θεωρείς λογικό το να παίρνω μόνο τα τρία τέταρτα του μισθού του Άγγλου; Είναι αυτό μικρό πράγμα;» 
«Το να κλωτσάς ένα σκύλο δεν είναι μικρό θέμα», φώναξε η φιλόζωη. «Είναι άκαρδο, αισχρό και κτηνώδες». 

«Εντάξει τότε», απάντησε ο μικρός καμαρότος, «Τα θέματα αυτά δεν είναι μικρά και ασήμαντα. το να κλωτσάς είναι αισχρό και κτηνώδες και ντροπή μεγάλη οι γυναίκες να έχουν λιγότερες κουβέρτες από τους άνδρες.» Αλλά σε σχέση με το πραγματικό μας πρόβλημα, σε σχέση με το ότι το πλοίο πηγαίνει ακόμα βόρεια, τα παράπονά σας είναι μικρά και επουσιώδη. Επειδή, αν δεν γυρίσουμε αυτό το πλοίο σύντομα, θα πνιγούμε όλοι». 
«Τρομοκράτη», είπε ο καθηγητής. «Αντεπαναστάτη», είπε η γυναίκα επιβάτης. Κι όλοι οι επιβάτες και το πλήρωμα μπαίνουν στην κουβέντα ο ένας μετά τον άλλο αποκαλώντας τον μικρό καμαρότο τρομοκράτη και αντεπαναστάτη. Τον έσπρωξαν μακριά και συνέχισαν να γκρινιάζουν για μισθούς, κουβέρτες για τις γυναίκες  και για τη συμπεριφορά στο σκύλο. 

Το πλοίο συνέχισε να πλέει βόρεια όμως μετά από λίγο συντρίφτηκε ανάμεσα σε δύο παγόβουνα ... και πνίγηκαν όλοι !!!


Παρασκευή 13 Μαρτίου 2015

ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΚΟΚΚΙΝΗ ΚΟΤΑ – ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΒΕΤΙΑ

 

Μια μικρή κόκκινη Κότα 
βρισκόταν στον κήπο με τα κοτοπουλάκια της, 
όταν βρήκε μερικά σπυριά σιτάρι.
-Ποιος θα με βοηθήσει να σπείρω αυτό το σιτάρι; ρώτησε. 
- Όχι εγώ, είπε η Πάπια 
- Όχι εγώ, είπε η Χήνα. 
- Τότε θα τα σπείρω μόνη μου 
είπε η μικρή κόκκινη Κότα. 
Τα σπυριά φύτρωσαν, έγιναν στάχυα, 
ωρίμασαν και η μικρή κόκκινη Κότα ρώτησε: 
-Ποιος θα με βοηθήσει να θερίσω το σιτάρι; 
- Όχι εγώ, είπε η Πάπια 
- Όχι εγώ, είπε η Χήνα. 
- Τότε θα το θερίσω μόνη μου, 
δήλωσε η μικρή κόκκινη Κότα. 
Όταν τελείωσε το θερισμό, ρώτησε: 
-Ποιος θα με βοηθήσει να πάω το σιτάρι στο μύλο; 
- Όχι εγώ, είπε η Πάπια 
- Όχι εγώ, είπε η Χήνα. 
- Τότε θα το πάω μόνη μου, 
έκανε η μικρή κόκκινη Κότα.
 Όταν γύρισε από το μύλο, 
η μικρή κόκκινη Κότα ρώτησε: 
-Ποιος θα με βοηθήσει να ζυμώσω το ψωμί; 
- Όχι εγώ, είπε η Πάπια 
- Όχι εγώ, είπε η Χήνα. 
- Τότε θα το ζυμώσω μόνη μου, 
αποκρίθηκε η μικρή κόκκινη Κότα. 
Όταν ζύμωσε και έψησε το ψωμί, 
η μικρή κόκκινη Κότα ρώτησε: 
-Ποιος θέλει να φάει απ’ αυτό το ωραίο ψωμί; 
-Εγώ! είπε η Πάπια 
-Εγώ! είπε η Χήνα. 
-Όχι, θα το φάω μόνη μου με τα κοτοπουλάκια μου, 
είπε η μικρή κόκκινη Κότα. 

Από το βιβλίο του Χρήστου Μαγγούτα, "Η σοφία των λαών, Φαντασία"

Πέμπτη 12 Μαρτίου 2015

Πάπερλαπαπ !

 

Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας πολύ χαρούμενος βάτραχος, 
 του οποίου του άρεσε να κάνει βόλτα χοροπηδώντας γύρω από μια λιμνούλα.
 Κάποια στιγμή συναντάει μία νυφίτσα,
 την πιο ανόητη νυφίτσα που υπάρχει και του λέει 
 -’Εϊ, εσύ! Πάρε με στην πλάτη σου και κουβάλησε με!. 
 Ο βάτραχος απάντησε, 
 -Μα εσύ έχεις τέσσερα πόδια. Δεν με χρειάζεσαι. 
–Είμαι πολύ κουρασμένη και είμαι και τεμπέλα! Κουβάλησε με τώρα!
λέει η ανόητη νυφίτσα. 
 Και τι να κάνει ο βάτραχος την πήρε στη πλάτη του. 
 Ξαφνικά μια αλεπού τους βλέπει και ενώ κανονικά 
θα έπρεπε να πει στην νυφίτσα να αφήσει τον βάτραχο στην ησυχία του, 
 δεν το έκανε. Αυτό που έκανε ήταν να κάτσει πάνω στην πλάτη της νυφίτσας 
 και αυτό βέβαια σημαίνει πως τώρα ο καημένος ο βάτραχος 
έπρεπε να κουβαλάει και την αλεπού. 
 Και τα πράγματα χειροτέρεψαν. 
 Μία αρκούδα βλέπει τον ταλαίπωρο τον βάτραχο και φωνάζει: 
 -Α, τι καλά! Ευκαιρία για ιππασία! 
 -Δεν μπορώ και σένα να κουβαλήσω! κλαψούρισε ο βάτραχος. 
 -Αφού μπορείς να αντέξεις αυτούς τους δύο, 
μπορείς να αντέξεις και μένα“, λέει η αρκούδα 
 και αμέσως κάθεται πάνω στην αλεπού. 
 Ο καθένας, που θα έβλεπε αυτούς τους τρεις πάνω στον βάτραχο 
 θα κούναγε το κεφάλι και θα έλεγε πως αυτό δεν είναι σωστό. 
 -Μου είναι πολύ δύσκολο! αναστέναξε ο βάτραχος.
 -Δεν μπορώ άλλο!, βόγγηξε ο βάτραχος. 
 Αλλά κάθε φορά που ο δύσμοιρος, μικρούλης βατραχάκος κλαψούριζε 
 και τους ζητούσε να κατέβουν, αυτοί το μόνο που έλεγαν ήταν 
-Πάπερλαπαπ!, εννοώντας πως λέει ανοησίες. 
 Δυστυχώς δεν έδειχναν κανένα έλεος και δεν έλεγαν να κατέβουν 
 και αρχίζω να πιστεύω, πως ο βάτραχος είχε αρχίσει να θυμώνει. 
 Αφού έκαναν έναν γύρο τη λιμνούλα, οι τρεις καβαλάρηδες 
του φώναξαν να σταματήσει, 
 αλλά ο βάτραχος ήταν αυτός που είπε τώρα 
 -Πάπερλαπαπ! και πήδηξε με φόρα μέσα στο νερό. 
 Ο βάτραχος ήξερε πολύ καλό κολύμπι και το λάτρευε το νερό, 
 αλλά οι άλλοι τρεις τρόμαξαν πάρα πολύ.
 Κατάπιναν και έφτυναν το νερό, 
σπαρταρούσαν για να ζήσουν και γλύτωσαν παρατρίχα. 
 Περπατώντας άτσαλα και βρεγμένοι καθώς ήταν, 
πήραν το δρόμο ντροπιασμένοι για το σπίτι.. 

 Πάπερλαπαπ! - Josef Guggemnos 
 Πηγή : http://thesingingfish.eu/papperlapapp/

Παρασκευή 6 Μαρτίου 2015

Small Things Do Big Jobs.

 

It was a hot summer day. Sun was shining
bright up in the sky. A lion was sitting under
the shade of a big tree and in some time got 
asleep.Nearby that tree, there was a hole, in
which there lived a mouse. When the lion
was sleeping, the mouse came out of its hole
and saw him asleep. Unaware of the lion's
strength, it got tickled by an idea.
It thought of waking up the lion by running
over his body just for fun. Unfortunately,
the lion seized it in his strong paw. He was
going to kill it when it begged,
"Spare me, sir; some day I may repay your mercy." 
The lion was amused hearing it's words and
let it go with a smile thinking that how can
such a small mouse be of any help to me.
But a day came, when the lion got into trouble.
He got caught in a hunter's net under that very tree. 
As a result, he started roaring loudly. 
On hearing his roar, the mouse came out of its
hole. This was the time to pay back the lion's mercy.
So, immediately it nibbled the cords of the net
and set the lion free.
Remember, mercy never goes unrewarded.

Αλεπού και τα σταφύλια (Μύθοι Αισώπου)



Μια αλεπού πεινασμένη 
είδε πάνω σ' ένα δέντρο πλεγμένη μια κληματαριά 
γεμάτη χοντρόρωγα, κατακίτρινα σταφύλια. 
Τα ζήλεψε και πολύ επιθυμούσε να τα δοκιμάσει,
μα πώς ν' ανεβεί. 
Οι αλεπούδες δεν είναι γατιά,
να πιάνουνται με τα νύχια τους 
και ν' ανεβαίνουν όπου τους αρέσει. 
Ωστόσο, δοκίμασε κάμποσες φορές.
Πιάστηκε από δω, πιάστηκε από κει, 
τίποτα δεν κατάφερνε.
Καθότανε μόνο κάτω, 
σήκωνε τα μάτια της στα σταφύλια, 
τα κοίταζε καλά καλά κι ο καημός τους την έτρωγε.
Στα κατατελευταία απελπισμένη, για να παρηγορηθεί, 
κορόιδεψε η ίδια τον εαυτό της:
- Δε βαριέσαι, δεν πειράζει, ας πάμε παρακάτω... 
Εξάλλου αυτά δεν τρώγουνται. Αγίνωτα είναι ακόμη...
Τα σταφύλια, ακούοντάς τη, 
μοιάζανε να την ειρωνεύονται να την περιγελούν. 
- Ακούς εκεί... Είμαστε, λέει, αγίνωτα!... 
Εμείς, κυρα-αλεπού, αγίνωτα δεν είμαστε. 
Γλυκά σαν το μέλι είμαστε. 
Μα αφού δε μας φτάνεις, τι να πεις... μας λες αγίνωτα,
 για να ξεγελάσεις την ανημποριά σου!...
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...